Παρασκευή, Απριλίου 28, 2006

ΛΕΥΚΟΣ ΠΥΡΓΟΣ, άξονας Αριστοτέλους, πλατεία του λιμανιού. Ιστορικοί τόποι ή μνημεία του κιτς;

Του ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΓΩΓΑ *

Οταν η ελληνική κυβέρνηση καλούσε στα 1917, αμέσως μετά την πυρκαγιά, τον διάσημο τότε Ερνέστ Εμπράρ να σχεδιάσει τον κεντρικό άξονα της πρωτεύουσας των Βαλκανίων, από την πάνω πόλη και τα βυζαντινά τείχη μέχρι τη θάλασσα, κατάφατσα στο βουνό των θεών, τον Ολυμπο, είχε και όραμα και πολιτική θέληση και σχέδια ανάπτυξης αξιοπρεπή...

Η πλατεία Αριστοτέλους, μεγάλο ατού της Θεσσαλονίκης χάρη στον Ερνέστ Εμπράρ που κατάλαβε...
Ο Εμπράρ, που ήταν τότε από τους καλύτερους διεθνώς αρχιτέκτονες-πολεοδόμους, πήρε υπ' όψιν του τα πολύτιμα αρχαία, τη «μεγαληφόρο», τις «μαγεμένες» που ήταν από τότε στα υπόγεια του Λούβρου, τη στοά του Κρυπτοπόρτικους, την Παναγία Χαλκέων δεξιά και το διπλό γιούνισεξ χαμάμ στα αριστερά, την Εγνατία οδό φυσικά, έκανε στοές προς λαϊκές αγορές από τις δύο μεριές, έκανε ένα ημικυκλικό άνοιγμα προς τη μεριά της θάλασσας, με μεγαλοπρεπείς στοές, ενσωμάτωσε το τραμ σε τρία σημεία κατά μήκος, σκέφτηκε τη θαλάσσια συγκοινωνία, και κυρίως σχεδίασε το τελευταίο και καλύτερο σημείο της πλατείας, αυτού του τεράστιου και εξαιρετικά προνομιούχου «ποταμού» των κατοίκων από την πάνω πόλη προς τη θάλασσα. Για δεκαετίες πολλές, ανάμεσα σε πολέμους και άλλες καταστροφές, λειτούργησε το σχέδιό του... ο κόσμος το κατάλαβε και το τίμησε κατεβαίνοντας στην περίφημη «βόλτα» δίπλα στη θάλασσα τις Κυριακές και τις αργίες. Σχεδίασε έναν τεράστιο κενό χώρο για όλους, έναν χώρο ανάσας για όλη την πόλη. Σχεδίασε, αλλά αυτό δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.

Ογδόντα χρόνια μετά το 1917, η πολιτιστική πρωτεύουσα σχεδίασε και πραγματοποίησε έναν διεθνή διαγωνισμό με πάρα πολλές διάσημες και αξιόλογες λύσεις και βραβεία, που είχαν όλα ένα κοινό χαρακτηριστικό: αντιμετώπιζαν την Αριστοτέλους ως παγκόσμια πλατεία, σίγουρα μια από τις ωραιότερες της Μεσογείου, σε δυνατότητες, προσανατολισμό, σχεδιασμό, προϋποθέσεις... Τότε ήταν που ο Μανώλης Χιώτης έγραψε τα «Ηλιοβασιλέματα γεμάτα αναμνήσεις», ο Αλέξης Ασλάνογλου, ο Πεντζίκης και ο Μανόλης Αναγνωστάκης μερικά από τα πιο σπαρακτικά τους ποιήματα.

Παράλληλα, όλοι οι ευαίσθητοι και σοβαροί άνθρωποι αυτής της πόλης -εφόσον δεν ξενιτεύτηκαν τρέχοντας- έβλεπαν με ανησυχία, τρόμο, αηδία και αγανάκτηση... μαζί με πολύ γέλιο, τις βάρβαρες κακοποιήσεις της πλατείας αυτής. Από μια σειρά παράγοντες που είτε δεν καταλάβαιναν είτε είχαν ιδιοτελή συμφέροντα είτε στερούνταν απολύτως κάθε οράματος.

- Το τραμ ξηλώθηκε χάριν του αυτοκινήτου.

- Τα καραβάκια σταμάτησαν για χάρη του ΟΑΣΘ.

- Ο δήμος έβαλε παρκόμετρα και απέκοψε οπτικά και πραγματικά τη θέα, την πρόσβαση στο θαλάσσιο μέτωπο, τον Ολυμπο απέναντι για χάρη δέκα θέσεων πάρκινγκ.

- Τα περίπτερα μετατράπηκαν σε τεράστια συγκροτήματα που αποκόπτουν τη θέα, τη θάλασσα, την ανάσα.

- Τα καφέ με τεράστιες τέντες κακόγουστες ή μη κατέλαβαν και απέκλεισαν με ναύλο τα δύο πέμπτα της επιφάνειας της πλατείας.

- Τα τραπεζοκαθίσματα είναι η προηγούμενη γενιά κατάληψης πεζόδρομων. Τώρα έχουμε τεράστιες σόμπες υγραερίου, ξύλινα, μεταλλικά σαλονάκια, αποθήκες νερού εμφιαλωμένου και μπαταρίες από κάδους απορριμμάτων πάνω στο κύμα, εκεί που κανονικά θα έπρεπε να βλέπει κανείς...

Σ' αυτές τις μόνιμες πια «φορητές» αλλά και αφόρητες καταστάσεις, έρχονται να προστεθούν απίθανες παρεμβάσεις κατά καιρούς, όπως:

- Το κλείδωμα των στοών το βράδυ.

- Ενα νέο τεράστιο μπετονένιο ρολόι για τους αεροπόρους χαμηλών πτήσεων, που κόβει τη θέα της θάλασσας από Τσιμισκή και πάνω.

- Μια απίθανη «σινιέ» αψίδα με αγγελάκια θανατηφόρα μπροστά στο «Ολύμπιον»... την Πρωτοχρονιά.

- Κάτι απίστευτοι «φοίνικες γιαλαντζί» σε βόρειο πλάτος πάνω από 40 βαθμούς.

- Απίστευτος αριθμός από πινακίδες και διαφημίσεις νόμιμες και παράνομες.

Και μέσα στη γενική σύγχυση, αμέτρητα μεγάλα αυτοκίνητα αξιωματούχων πάσης φύσεως, και μηχανές μεγάλου ή μικρού κυβισμού, μικροπωλητές πάνω στο σταυροδρόμι, διπλά ψυγεία αναψυκτικών και παγωτών ανά περίπτερο, πάγκοι, σταντ δωρεάν εφημερίδων, στάσεις λεωφορείων εν μέσω διαβάσεων για άτομα με ειδικές ανάγκες και πυκνών περιπολιών της νέας «δημοτικής αστυνομίας».

Αν νομίζετε ότι είναι υπερβολικά όλα αυτά... δοκιμάστε να κάνετε μια βόλτα από τον Αγιο Δημήτριο μέχρι τη θάλασσα, προσπαθώντας να δείτε και να απολαύσετε τη θάλασσα, μέρα ή βράδυ, δοκιμάστε, δεν είναι σίγουρο ότι θα το πετύχετε απέναντι σε όλα όσα θα βρείτε απέναντί σας, ενάντια στη θέα της θάλασσας, στο περπάτημα με τα πόδια, στην απόλαυση της θέας, των ήχων, του ήλιου που δύει ή μεσουρανεί και κάνει το νερό να λαμπυρίζει στα κάθετα μικρά δρομάκια της παλιάς παραλίας -αν θυμάμαι καλά- δοκιμάστε και... τα ξαναλέμε.

Κυρίως όμως πιστεύω θα έπρεπε όλοι οι δημοτικοί άρχοντες, εφόσον θέλουν να διατηρήσουν ή να κερδίσουν τον τίτλο αυτό τιμής και όχι διαχείρισης της απίστευτης μιζέριας... να κάνουν κι αυτοί μια βόλτα. Η πλατεία Αριστοτέλους μαζί με την παλιά παραλία είναι το μεγάλο ατού της πόλης μας, χάρη στον Εμπράρ, που κατάλαβε. Εδώ είναι μαζεμένα σε μια απίθανα ευνοϊκή συνύπαρξη ο Λευκός Πύργος, το Βυζαντινό Λιμάνι, το παραθαλάσσιο τείχος, «οι μαγεμένες» που λείπουν, το νερό της Μεσογείου, οι μεγαλοπρεπείς στοές, οι παλιές γραμμές του παραθαλάσσιου τραμ, οι στάσεις αποβίβασης των πλοίων και τόσα άλλα, που πρέπει να μάθουμε να τα βλέπουμε.

Δεν είναι κρίμα η πλατεία Ελευθερίας να είναι πάρκινγκ αυτοκινήτων, η όμορφη πλατεία του λιμανιού... Δεν είναι κρίμα για μια χούφτα ευρώ το μήνα να παρκάρουν δέκα αυτοκίνητα στο μέτωπο της πλατείας με τη θάλασσα; Δεν είναι κρίμα η κυκλοφορία της παλιάς παραλίας να μην αφήνει το βλέμμα να κοιτάξει απέναντι; Δεν είναι κρίμα ένα άθλιο περίπτερο δολωμάτων να ασχημίζει το καλύτερο μπαλκονάκι της παλιάς παραλίας;

Κυρίως όμως είναι κρίμα να τα δεχόμαστε αυτά ως... τι να κάνουμε, έτσι ήταν, εγώ θέλω να παρκάρω όπου νομίζω στο κέντρο... δεν γίνεται τίποτε κ.λπ.

Ομως, μπορεί να κάνω και λάθος, μπορεί κάθε πόλη να έχει τους κατοίκους και τους δημοκρατικά εκλεγμένους άρχοντες που της αξίζουν. Μπορεί να έχει δίκιο ο κύριος Μαρκ Μαζάουερ και το καταπληκτικό του βιβλίου «Θεσσαλονίκη, πόλη των φαντασμάτων», ή ο Δημήτρης Χατζής, ότι έφτασε «το τέλος της μικρής μας πόλης», μιας πόλης του ενάμισι εκατομμυρίου με αισθητική παρακμιακής κωμόπολης του Τρίτου Κόσμου.

*Αν. καθηγητής Αρχιτεκτονικής, ΑΠΘ

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 28/04/2006

Δεν υπάρχουν σχόλια: